Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Slussen Regeneration Masterplan, Stockholm, Sweden

Architects: Foster and Partners, Berg Arkitektkontor


Το Slussen είναι μία περιοχή στο κέντρο της Στοκχόλμης, που χαρακτηρίζεται από έντονη κυκλοφοριακή συμφόρηση, καθώς κατορθώνει σε πολύ μικρή επιφάνεια να συνδυάζει μεγάλες οδικές διασταυρώσεις, γραμμές αστικών λεωφορείων, υπόγειο σιδηρόδρομο, σιδηροδρομικές και ακτοπλοϊκές συνδέσεις. H αναβάθμιση, λοιπόν, της περιοχής έχει κριθεί απαραίτητη από τη Σουηδική κυβέρνηση, γι’ αυτό και αποτελεί μέρος της πρότασης Stockholm’s Vision 2030, η οποία περιλαμβάνει διάφορες περιοχές της πόλης, ενσωματώνοντας κοινωνικές και οικονομικές βελτιώσεις. Μετά από 70 χρόνια προσπαθειών αποφασίσθηκε τελικά η περιοχή του Slussen locks (φράγματα, δεξαμενές) να ανανεωθεί και να αναβαθμισθεί σε νέο κέντρο όλης της περιοχής. Για το λόγο αυτό, πραγματοποιήθηκε αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, με συμμετέχοντες μεγάλα ονόματα, όπως ο Jean Nouvel Mia Hägg, ο Norman Foster (ο οποίος και κέρδισε), το ανερχόμενο γραφείο από τη Δανία Bigs Bjarke Ingels ,καθώς και τα γραφεία από τη ΣουηδίαCarl Nyren και Gert Wingardhs.

Οι Foster and Partners συνεργάστηκαν με τον Berg Arkitektkontor, μέλος του C.F. Møller Architects για να δημιουργήσουν το σχέδιο της ανάπλασης της παραλίας του Slussen. Στόχος τους ήταν η μετατροπή της παραλίας του Slussen σε έναν δημοφιλή προορισμό, υπερνικώντας όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μεγάλα αστικά κέντρα. Με την πρότασή τους επιδιώκουν να φέρουν ζωή στο Slussen, να το ενώσουν με τα νησιά Södermalm και Gamla Stan, διατηρώντας όμως όλα τα ιστορικά στοιχεία της περιοχής, ώστε αυτή να αναμορφωθεί σε μια αξιόλογη γωνιά της πόλης.

Για πολλά χρόνια, οι δύο όχθες της παραλίας του Slussen διαχωρίζονταν από πολυάριθμους δρόμους και μεγάλες εκτάσεις τσιμέντου. Κύριο στοιχείο της πρότασης του Foster, είναι η δημιουργία μιας πεζογέφυρας που θα ενώνει τις δύο όχθες της πόλης, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα το παλιό φράγμα, το οποίο και θα αποτελέσει σύμβολο της γενικότερης ανάπλασης και αναγέννησης της περιοχής. Η προκυμαία επανασχεδιάζεται, δίνοντας ένα νέο πρόσωπο στο Södermalm. Τα κτίρια που απαρτίζουν την καινούρια πόλη, μοντέρνα στη σύλληψή τους, διατηρούν παρόλα αυτά το ύφος και την κλίμακα των υπαρχόντων κτιρίων της γειτονικής περιοχής. Οι μακριές όψεις κατά μήκος της προκυμαίας παραμένουν κεντρικό στοιχείο της πρότασης, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται καινούριες δημόσιες πλατείες και δρόμοι περιπάτου κατά μήκος αυτής. Τα κτίρια είναι ευμετάβλητα και επιτρέπουν την απόδοση διαφόρων συνδυασμών χρήσεων, όπως πολιτιστικά κτίρια και κέντρα ψυχαγωγίας, καταστήματα και ξενοδοχεία, ενώ πάνω στους επιμήκεις δρόμους περιπάτου της προκυμαίας δημιουργούνται νέα καφέ και εστιατόρια, εξυπηρετώντας άμεσα τις ανάγκες των κατοίκων και επισκεπτών.

Κεντρικό στοιχείο είναι η δημιουργία μιας πεζογέφυρας που θα ενώνει το βόρειο με το νότιο τμήμα της πόλης, που διαμορφώνεται όπως περιγράφηκε παραπάνω. Η γέφυρα αυτή διαπλάθεται ως ένας συνδυασμός και μία τομή ευθύγραμμων και σιγμοειδών στοιχείων. Ας σημειωθεί εδώ πως η γέφυρα αυτή στην αρχική της μορφή, όπως αυτή σχεδιάστηκε από τον Foster, ήταν αρκετά πιο περίπλοκη, καθώς αποτελούνταν από 4 διαφορετικά τμήματα που τέμνονταν στο κέντρο, προσδίδοντας μία περισσότερο δραματική ένταση στην κατασκευή. Τα νέα σχέδια παρουσιάζουν τη γέφυρα αρκετά απλοποιημένη, δίνοντας τη δυνατότητα σε μερικούς να τη χαρακτηρίσουν αδιάφορη, συγκριτικά με την αρχική ιδέα. Ερωτήματα γεννούνται για το λόγο αυτής της «περικοπής» και το αν αυτή οφείλεται σε οικονομικούς παράγοντες. Ο αρχιτέκτονας, ωστόσο, υποστηρίζει πως η αλλαγή πραγματοποιήθηκε λόγω κάποιων συμπερασμάτων που εξήχθησαν από περεταίρω ανάλυση και μελέτη της περιοχής. Κρατώντας μία κριτική στάση απέναντι σε αυτό, θα λέγαμε πως η τελική πρόταση για τη γέφυρα φαίνεται πιο συνεπής προς τους στόχους και τη σύλληψη της γενικότερης πρότασης, καθώς αυτή επιδιώκει να αναζωογονήσει την περιοχή, μειώνοντας την κυκλοφοριακή συμφόρηση και δίνοντας στην πόλη μια πιο ανάλαφρη εικόνα. Το ιδιαίτερα περίπλοκο σχήμα της αρχικής πρότασης, αδιαμφισβήτητα εντυπωσιάζει πολλούς, διατηρώντας σχεδόν αναλλοίωτο το χαρακτήρα και τη μορφή της πόλης στο σημείο εκείνο, παρόλα αυτά δε φαίνεται να αποφορτίζει την περιοχή από τους υψηλούς ρυθμούς κίνησης που ως τώρα επικρατούν.

Το ιστορικό φράγμα Katarinahissen πρόκειται να αναδιαμορφωθεί και να επεκταθεί, προσδίδοντας στην πόλη μία μεγάλη πλατφόρμα παρατήρησης που θα αποτελεί την κορυφή της πόλης, δίνοντας τη δυνατότητα στους κατοίκους να απολαμβάνουν την ανοιχτή θέα προς το πέλαγο.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, βασικός στόχος είναι η αποσυμφόρηση της περιοχής από τον κυκλοφοριακό φόρτο, μέσω της αναστροφής της κυριαρχίας του αυτοκινήτου στην πόλη. Για το λόγο αυτό δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία ενός δικτύου μεταφορών με την εγκαθίδρυση εναλλακτικών μέσω μεταφοράς και κόμβων μετεπιβίβασης. Προτεραιότητα του σχεδιασμού είναι πλέον οι πεζόδρομοι και οι ποδηλατόδρομοι, ενώ δημιουργείται ένας υπερσύγχρονος σταθμός μετεπιβίβασης που επιτρέπει την άνετη, εύκολη και ασφαλή κυκλοφορία των πεζών μέσα σε ένα δίκτυο, κόμβοι του οποίου αποτελούν μία εκσυγχρονισμένη στάση του μετρό, μία στάση λεωφορείων και η προβλήτα του λιμανιού. Τέλος, μία ελαφριά και διαφανής κατασκευή με κιόσκια, καφέ και στάση ποδηλάτων τοποθετείται μπροστά στο Μουσείο της πόλης, για να δημιουργήσει μία είσοδο στο επίπεδο του δρόμου που θα συνδέει την πόλη με το δίκτυο των μεταφορών που βρίσκεται λίγο χαμηλότερα.



Ο Spencer de Grey, επικεφαλής σχεδιασμού των Foster and Partners, αναφέρει σχετικά με το έργο: «Είμαι πολύ χαρούμενος που μας ανατέθηκε ο επανασχεδιασμός του Slussen, ώστε να αναζωογονήσουμε αυτήν την περιοχή, γεγονός πολύ σημαντικό για τις μελλοντικές αναπλάσεις . Είναι μία θαυμάσια ευκαιρία να ενδυναμώσουμε τη σύνδεση μεταξύ της Στοκχόλμης και των νησιών Södermalm και Gamla Stan, να επιδιορθώσουμε τη δομή και τη διάρθρωση της πόλης και να δημιουργήσουμε έναν ζωντανό προορισμό, τον οποίο κανείς μπορεί να επισκεφθεί και να απολαύσει καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας».

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να εντάξουμε την πρόταση μέσα στο γενικότερο κλίμα της εποχής, όπου οι αρχές του βιοκλιματικού σχεδιασμού αξιοποιούνται, ώστε να δημιουργήσουν πόλεις πράσινες, μέσα σε ένα βιώσιμο για τους κατοίκους περιβάλλον, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο σχεδιασμό του δικτύου μεταφορών και στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.